Σαμποτέρ Αγάπης Μέρος ΙΙ
- Semi
- 20 Αυγ 2020
- διαβάστηκε 5 λεπτά

Το πρώτο μέρος ήταν αφιερωμένο στο αγαπημένο μου υποσυνείδητο. Το δεύτερο μέρος ίσως να είναι λίγο πιο… συναισθηματικό.
Προσδοκίες
Από πολύ νωρίς στις ζωές μας αρχίζουμε να διαμορφώνουμε ιδέες και απόψεις για το πως είναι οι άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μας. Αυτά τα νοητικά πρότυπα διαμορφώνουν τις ρομαντικές μας προσδοκίες και κατά συνέπεια, τις ρομαντικές μας εμπειρίες.
Η κοινωνία είναι ένα μεγάλο και περίπλοκο μέρος, όπου χρειαζόμαστε κάποιου είδους ψυχικού χάρτη για να περιηγηθούμε και για αυτό έχουμε εξελιχθεί για να απορροφάμε και να μαθαίνουμε από την στιγμή που γεννιόμαστε. Από την παρατήρηση των γονέων και των άλλων γύρω μας, αρχίζουμε να βγάζουμε συμπεράσματα για το τι μπορούμε να περιμένουμε από τους ανθρώπους. Στην πραγματικότητα, φτιάχνουμε δύο διανοητικά μοντέλα. Το πρώτο ονομάζεται «Πως είμαι εγώ;» και το δεύτερο «Πως είναι οι άλλοι άνθρωποι;» Δύο κοινωνικοί ψυχολόγοι συσχέτισαν αυτά τα μοντέλα με την θεωρία της προσκόλλησης το 1990 και το χώρισαν σε ένα μοντέλο προσκόλλησης τεσσάρων κατηγοριών.
Όταν ικανοποιούνται οι ανάγκες σας
Ένα άτομο που μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον φροντίδας θα έχει κάποια θετικά μοντέλα για τον εαυτό του και τους άλλους. Όταν ικανοποιούνται γενικά οι ανάγκες σας, αρχίζετε να αισθάνεστε ότι πρέπει να είστε αξιέπαινα άτομα, γιατί έτσι σας αντιμετωπίζουν. Στο μεταξύ, οι άλλοι άνθρωποι είναι αξιόπιστοι και ευγενικοί και η εσωτερική σας εικόνα για την ανθρωπότητα έχει μια θετική όψη. Όταν έχετε αρνητικές εμπειρίες, μπορείτε να βρείτε τρόπους για να τα εξομαλύνετε. Αυτή η θετικότητα έχει μεταφερθεί από την παιδική σας ηλικίας και στις ενήλικες σχέσεις σας (πολύ απλά και βασικά όταν ικανοποιούνται οι ανάγκες μας).
Όταν ΔΕΝ ικανοποιούνται οι ανάγκες σας
Εάν τα άτομα που ήταν/είναι υπεύθυνα για σας δεν ικανοποιούσαν αρκετά τις συναισθηματικές σας ανάγκες, θα αναπτύξετε μια αρνητική αντίληψη για τον εαυτό σας. Κάποιες φορές ίσως και να νιώθετε ότι «Κάτι δεν πάει καλά με εμένα». Αργότερα μπορεί να αισθανθείτε ότι πρέπει να ξεπεράσετε τα προσωπικά σας λάθη για να κερδίσετε την αγάπη και την αποδοχή των άλλων. Το συμπέρασμα που μπορεί να βγάλετε είναι ότι οι άλλοι άνθρωποι είναι πιο σημαντικοί και πιο ισχυροί από εσάς. Έτσι, το μοντέλο του «εαυτού» σας είναι αρνητικό, αλλά το μοντέλο των «άλλων» είναι θετικό. Αυτό προκαλεί άγχος στις σχέσεις: αν νιώθετε κατώτεροι από τους άλλους ανθρώπους είναι δύσκολο να αισθανθείτε ότι αξίζετε την αγάπη τους. Όταν ένα άτομο δέχεται επίθεση ή οι ανάγκες του δεν αναγνωρίζονται, πόσο μάλλον να ικανοποιούνται, χάνει την εμπιστοσύνη του στους ανθρώπους: «Πρέπει να φροντίσω τον εαυτό μου, δεν μπορώ να βασιστώ σε κανέναν άλλο». Μόλις προστατεύσετε τον εαυτό σας από την απογοήτευση, ποιος χρειάζεται άλλους ανθρώπους;! Νιώθοντας ότι μπορείτε να εμπιστευτείτε τον εαυτό σας, το μοντέλο του «εαυτού» γίνεται θετικό, αλλά το μοντέλο των «άλλων» γίνεται αρνητικό. Η συναισθηματική οικειότητα είναι ριψοκίνδυνη και πρέπει να αποφευχθεί, διότι αυτό σημαίνει ότι ρισκάρεις τον αξιόπιστο εαυτό σου στα χέρια ενός αναξιόπιστου άλλου. Υπάρχουν άπειρα μοντέλα, τα οποία βασίζονται στις πεποιθήσεις που αποκτήσαμε μεγαλώνοντας.
Τι συμβαίνει;
Όλοι γνωρίζουμε ανθρώπους που δεν μένουν μόνοι τους για πολύ καιρό και ότι κάθε επόμενη τους σχέση είναι "επιτέλους" η αληθινή τους αγάπη. Όλοι γνωρίζουμε, επίσης, ανθρώπους που έρχονται κοντά με άλλους, φαινομενικά, υπέροχους συντρόφους, αλλά κανείς δεν φαίνεται να κλέβει την καρδιά τους. Ίσως είμαστε εμείς αυτοί οι άνθρωποι. Γιατί, λοιπόν, κάποιοι από μας ερωτεύονται πιο εύκολα, ενώ άλλοι όχι;
Αν και μερικοί άνθρωποι έχουν την ικανότητα να φλερτάρουν και να προσελκύσουν μια ευρύτερη επιλογή συντρόφων, δεν ερωτεύονται απαραίτητα αμέσως. Η εξήγηση μπορεί να βρίσκεται στην εικόνα που έχουμε για τους εαυτούς μας και τους άλλους. Για παράδειγμα, αν έχουμε πολύ άγχος(σχετικά με το ζήτημα του έρωτα) τείνουμε να νιώθουμε ανεπαρκείς και πεινασμένοι για αγάπη, κάτι που μπορεί να μας κάνει βιαστικούς στην επιλογή συντρόφου. Εάν υποθέσουμε ότι όλοι είναι πολύ καλοί για εμάς, είναι λιγότερο πιθανό να κοιτάξουμε έναν σύντροφο σοβαρά πριν του δώσουμε την καρδιά μας.
Όταν έχουμε τάσεις αποφυγής, συνήθως φοβόμαστε να πληγωθούμε και έτσι δημιουργούμε το συνήθειο του να κλειδώνουμε τα συναισθήματα μας για λόγους ασφαλείας. Οι άνθρωποι που έχουν τάσεις αποφυγής μπορεί να μην θεωρούν τον εαυτό τους μη ρομαντικούς: αντιθέτως, ονειρεύονται τον «έναν» ή την «μία» που περιμένουν. Αν μόνο ο «ένας» / η «μία» θα τα κάνει όλα, είναι ευκολότερο να μείνετε άτρωτοι σε έναν ατελή σύντροφο – δηλαδή, οποιοδήποτε πραγματικό άτομο που μπορεί να σας πλησιάσει και ενδεχομένως να σας πληγώσει. Μια «χαμένη» αγάπη μπορεί να έχει το ίδιο αποτέλεσμα.
Γιατί ποτέ δεν μαθαίνω;
Ένας θεραπευτής το ’80 (Harville Hendrix) πρότεινε την θεωρία Imago: η ανάγκη να αναπτυχθούμε ως ανθρώπινα όντα και οι υποσυνείδητες εικόνες που έχουμε από τους πρωταρχικούς μας φροντιστές στην παιδική μας ηλικία μας οδηγούν σε συντρόφους που θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να αναπτυχθούμε. Οι πρώτες εμπειρίες που έχουμε στη ζωή μπορεί να είναι υποστηρικτικές ή μη, συγχωρητικές ή τιμωρητικές. Κανείς δεν είναι τέλειος, ούτε καν οι φροντιστές μας (γονείς, κηδεμόνες, κτλ.) και όταν φτάνουμε στην εποχή του ρομαντισμού, οι περισσότεροι από μας αντιμετωπίζουμε μερικά άλυτα ζητήματα. Η θεωρία Imago υποστηρίζει ότι επαναλαμβάνουμε ίδια μοτίβα για να είμαστε ευτυχισμένοι – αλλά με έναν ελαφρός απροσδόκητο τρόπο. Μας ελκύουν άτομα, τα οποία πρόκειται να ενεργοποιήσουν τα «άλυτα ζητήματα» μας. Έτσι, επιλέγουμε ασυνείδητα συντρόφους που μας θυμίζουν εμπειρίες του παρελθόντος και οι οποίοι επομένως – ελπίζουμε – να μας προσφέρουν την ευκαιρία να θεραπεύσουμε παλιές πληγές.
Το πρόβλημα έρχεται αν προσπαθούμε να επιλύσουμε τα «άλυτα ζητήματα» αλλάζοντας σύντροφο και όχι κατανοώντας τα ζητήματα που μας «πυροδοτούν» και ζητώντας την βοήθεια τους. Εάν, για παράδειγμα, φοβάστε την εγκατάλειψη, μπορεί να αισθανθείτε άγχος όταν ο/η σύντροφος σας βγαίνει με τους φίλους του. Δεν μπορείτε να τον/την κρατάτε κάθε βράδυ σπίτι, αλλά αν λέτε ξεκάθαρα ότι αισθάνεστε ανασφαλείς και θα θέλατε να σας καθησυχάσει, ίσως και να ανυπομονούν να γυρίσουν σπίτι σε σας, κάτι που μπορεί να βοηθήσει και τους δύο.
Πολλές φορές, αντί να λέμε άμεσα αυτό που μας προβληματίζει, δημιουργούμε πολλά μικρά ζητήματα γύρω από αυτό ή που σχετίζονται με αυτό και αντί να βοηθάμε την σχέση μας, δημιουργούμε συνέχεια πολλές μικρές ρωγμές.
Ένας από τους πιο διάσημους ψυχαναλυτές για την αντιμετώπιση των ψυχολογικών εμποδίων όσον αφορά τον έρωτα και τη διατήρηση μιας οικείας σχέσης είναι ο Otto Kernberg. Ο Kernberg πίστευε ότι η ικανότητα της αγάπης αντικατοπτρίζει το αναπτυξιακό επίπεδο. Για να ερωτευθούμε και να διατηρήσουμε μια σχέση, «πρέπει» να φτάσουμε σε ένα συναισθηματικό βάθος και μια συναισθηματική ωριμότητα. «Η ικανότητα του να συνδέεται κανείς με τον εαυτό του σε βάθος, καθώς και με άλλους, φαίνεται να αποτελεί βασική προϋπόθεση για μια βαθιά και σταθερή σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων που αγαπούν ο ένας τον άλλον.»
Νιώθοντας καλύτερα
Με λίγη δουλειά και υπομονή μπορούμε να προσαρμόσουμε τα μοντέλα μας σε μια πιο ευγενική εικόνα για την ζωή μας. Μερικοί από μας αρχίζουμε να αμφιβάλλουμε ότι αξίζουμε να αγαπηθούμε. Μερικοί από μας αμφιβάλλουμε ότι μπορούμε να εμπιστευτούμε κάποιον άλλον. Η αυτοεπιβεβαίωση και η ευσπλαχνία μπορούν να μας βοηθήσουν να αντιμετωπίσουμε αυτούς τους φόβους, όπως μπορεί να βοηθήσει και η CBT, ή αλλιώς η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία. Το σημείο εκκίνησης, φυσικά, είναι να γνωρίζουμε ακριβώς τι φοβόμαστε: όταν είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε τις προσδοκίες μας, πολλά προβλήματα φαίνονται να είναι λιγότερο συντριπτικά – συμπεριλαμβανομένου και της δυσκολίας εύρεσης και δημιουργίας αγάπης.
Βιβλιογραφία:
Becker-Phelps, L. (2016). Love: The Psychology of Attraction. Penguin Random House: New York
Malakh-Pines, A. (2005). Falling in love: Why we choose the lovers we choose. Taylor & Francis.
Kommentare